Το όνοµα του γένους των φυτών της οξαλίδας προέρχεται από την ελληνική λέξη ¨οξύς¨ (όξινος) λόγω της όξινης γεύσης του χυµού της και δόθηκε από τον Λιναίο το 1753 (Marshall 1987, Peirce 1997).
Επιστημονική ονομασία: Oxalis pes-caprae L.
Συνώνυμα: Oxalis grandiflora Arechav., Oxalis cernua Thunb.
Κοινές ονομασίες: Ξυνοτρίφυλλο, ξινήθρα, ξυνάκι, αγριολάπαθο, λάπαθο, λάπατο, νερολάπατο, οξαλίς, Οξαλίδα, κύπτουσα, αγριοτρίφυλλο, ξυνίτσα, ξυνίδα, ξυνάλατη.
Ζιζάνιο των ελαιώνων, βολβόριζο, δυσκολοεξώντοτο. Τα φύλλα είναι τρίλοβα, ο κάθε λοβός καρδιόσχημος, τα φύλλα όλα με μακρύ μίσχο σχηματίζουν ροζέτα. Ο βλαστός του είναι κυρίως υπόγειος και προέρχεται από βολβίδια.
Η οξαλίδα είναι πολύ ευαίσθητη στο φως. Τα άνθη ανοίγουν και κλείνουν ανάλογα µε την ένταση του φωτός. Επίσης, η µορφολογία των φύλλων αλλάζει ανάλογα µε την διαθεσιµότητα του φωτός. Αρκετοί ερευτητές αναφέρουν ότι όταν η ένταση του φωτός είναι µικρή τα φυλλάρια της οξαλίδας στρέφονται προς τα κάτω.
Το ζιζάνιο επηρεάζεται αρκετά από τις κλιµατικές συνθήκες που επικρατούν κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου. Έτσι µε συγκριτικά ζεστό και ξηρό χειµώνα η βλαστική αναπαραγωγή του ήταν µεγαλύτερη από ότι συνήθως και πολλοί νέοι βολβοί παρήχθησαν από κάθε φυτό (Galil, 1968).
Αρκετές είναι οι ευεργετικές επιδράσεις που έχει σε καλλιέργειες όπως οι αµπελώνες και οι ελαιώνες, µέσω του φυσικού χειµερινού τάπητα που δηµιουργεί. Κατά τη διάρκεια του χειµώνα ο τάπητας από οξαλίδα καθιστά το έδαφος βατό µετά τη βροχή, βελτιώνει τη συγκράτηση και διείσδυση του νερού µέσα στο έδαφος και προστατεύει το έδαφος από τη διάβρωση, που είναι σηµαντικό πρόβληµα από αρχαιοτάτων χρόνων για τα ελληνικά εδάφη. Το φυτό περιέχει υψηλές συγκεντρώσεις οξαλικού οξέος.
Ευδοκιµεί σε περιοχές µε µεσογειακό κλίµα που χαρακτηρίζεται από ήπιο, βροχερό χειµώνα και ζεστό, ξηρό καλοκαίρι, σε περιοχές µε εύκρατο κλίµα καθώς και σε τροπικές και υποτροπικές περιοχές. Άλλωστε οι περιοχές που έχει έντονη παρουσία η οξαλίδα (Κρήτη και Πελοπόννησος) ενδείκνυται για χειμερινή δραστηριότητα δηλ. εκτροφή γόνου κ.λ.π. για εκμετάλευση πρώιμων ανθοφοριών (π.χ. πορτοκάλι).
Το ότι είναι και δυσκολοεξώντοτο ζιζάνιο αποτελεί και πλεονέκτημα για την μελισσοκομία αφού η χειμωνιάτικη ανθοφορία του, είναι κάθε χρόνο σταθερή, προσφέροντας γύρη και νέκταρ στις μέλισσες για πρώιμη ανάπτυξη.
Πηγές: Η μελισσοκομική χλωρίδα – Δ.Τσέλλιος , Μελέτη του αλληλοπαθητικού δυναμικού της οξαλίδας πτυχιακή απο την Πρίφτη Ανίσα, Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας Κρήτης.