Το γένος ερείκη περιλαμβάνει 800(+) είδη, από τα οποία τρία ευδοκιμούν στην ελληνική χλωρίδα και είναι γνωστά με το όνομα ρείκια: ερείκη η δενδρώδης, ερείκη η σαρκόχρους και ερείκη η σπονδυλώδης. Είναι ενδημικό στη Νότιο Αφρική από όπου μάλλον ξεκίνησε και μετά εξαπλώθηκε σε μεσόγγειο και πιο βόρεια. Θέλει υψόμετρα κάτω από 1000 μέτρα. Είναι φυτό με ιδιαίτερα μεγάλη μελισσοκομική αξία, αφού το μεν φθινοπωρινό, δίνει στις μέλισσες τη γύρη που χρειάζονται, για να αναδιοργανωθούν ενόψει χειμώνα, το δε ανοιξάτικο ανθοφορεί πολύ νωρίς,  με αποτέλεσμα να πιάνει τα μελίσσια στο ανοιξιάτικο ξεκίνημα.
Το φθινοπωρινό Eρείκι – ρείκι η σπονδυλανθής ,( Erica manipuliflora Salisb. 1802 ) είναι μικρός φρυγανώδης θάμνος με ξυλώδη βάση. Φύλλα μικρά, άνθη πολλά, μικρά, κωδωνοειδή ρόδινα σε μακριές ταξιανθίες. Απαντάται σε θαμνότοπους και φρύγανα, ενώ συχνά καλύπτει μεγάλες επιφάνειες. Το δενδρώδες ρείκι (Erica arborea) είναι θάμνος ή δέντρο που μπορεί να φτάσει τα 3μ. Ανθίζει την άνοιξη και έχει άνθη λευκά.
Εάν ευνοήσει ο καιρός και βρέξει εγκαίρως αποδίδει άφθονο μέλι και γύρη, ενώ τα μελίσσια αποθηκεύουν μέλι και αυξάνουν τον γόνο τους ώστε να εξασφαλίσουν ένα καλό ξεχειμώνιασμα. Η γύρη σουσούρας που θα αποθηκεύσει το μελίσσι και θα ταίσει με αυτήν το γόνο της θα αποδειχθεί εξαιρετική, καθώς από αυτήν θα προκύψουν δυνατές και ανθεκτικές εργάτριες.
Το Φθινοπωρινό μέλι ερείκης έχει δυνατή γεύση και είναι πιο σκουρόχρωμο σε σύγκριση με το ανοιξιάτικο που είναι πιο ανοιχτόχρωμο με πιο γλυκιά γεύση.

erica-manipulifloraΤα τελευταία χρόνια έχει εκτιμηθεί πολύ η διατροφική του αξία, γι’ αυτό το συναντά κανείς σε λίγο υψηλότερες τιμές απ’ότι τα άλλα μέλια.

Το μέλι ερείκης κρυσταλλώνει φυσιολογικά σε 2-3 μήνες από τη συγκομιδή του. Όμως αυτό δε θα πρέπει να προβληματίζει κάποιον, γιατί η κρυστάλλωση είναι φυσικό φαινόμενο του μελιού και δείχνει τη θρεπτική του αξία (το έλατο είναι το μοναδικό μέλι που δεν κρυσταλλώνει).
Μπορεί να το βρει κανείς με τα εξής ονόματα: Ρείκι φθινοπωρινό ή κισσούρι, ξούρι, ερείκη, σπονδυλωτή, σούσουρα, τσιάρο ή χαμορείκι, ρείγκλα, άγριο ρείκι, καλούνα, πυρένι.

Εκτός από τη μελισσοκομία, χρησιμεύει και σαν βότανο. Είναι στυπτικό, ελαφρώς ηρεμιστικό και υπνωτικό, με διουρητικές, αποχρεμπτικές και εφιδρωτικές ιδιότητες. Δρα ως αντισηπτικό και αντιφλεγμονώδες ιδιαίτερα στο ουροποιητικό σύστημα. Έχει επίσης ελαφρά ναρκωτική δράση και θέλει προσοχή στις αναλογίες των υλικών, κατά την παρασκευή των αφεψιμάτων. Χρησιμοποιείται και για τη βαφή υφασμάτων.

Ο Iπποκράτης και ο Διοσκουρίδης στα συγγράμματά τους υπογράμμισαν τη διατροφική, αλλά και τη φαρμακολογική του σημασία. Η Ερείκη χρησιμοποιήθηκε ευρέως στην παραδοσιακή βοτανολογία, κυρίως στις ορεινές περιοχές της Ευρώπης, όπου υπάρχει αυτοφυές σε ολόκληρες εκτάσεις, ως θεραπευτικό φυτό. Οι θεραπευτικές ιδιότητες του βοτάνου έχουν καταγραφεί ήδη από τον Μεσαίωνα: Ένα γερμανικό βιβλίο του 1565 αναφέρει τον διάσημο γιατρό της εποχής Πάουλους Εγκινέτα ο οποίος χρησιμοποιούσε τα άνθη, τα φύλλα και τους μίσχους του φυτού για την θεραπεία κάθε είδους πληγών. Ο Φουκς έγραψε το 1543 ότι το φυτό ανακουφίζει από τα δαγκώματα των εντόμων, ενώ ο σύγχρονός του Μάθιουλος το χρησιμοποιούσε για να θεραπεύει δαγκώματα φιδιών, μολύνσεις ματιών, ασθένειες της σπλήνας και για να διαλύει τον σχηματισμό λίθων στα εσωτερικά όργανα. Ο Νίκολας Αλεξάντερ, ένας Βενεδικτίνος μοναχός έγραψε ότι η κατανάλωση του εγχύματος ερείκης για τριάντα διαδοχικές μέρες πρωί και βράδυ ήταν επαρκής για να διαλύσει τις πέτρες από τους νεφρούς· τον 20ο αιώνα το ρείκι αναγνωρίστηκε από το ιατρικό γίγνεσθαι ως θεραπευτικό βότανα κατά των πετρών στην περιοχή των κύστεων και των νεφρών.

Πηγές: Bees.grfysiognwsia.blogspot.com, MelissokomiaNet.gr