Η βερικοκιά είναι oπωροφόρο, πολυετές, φυλλοβόλο δέντρο ύψους 6-9m, με πλατιά, ωοειδή ή καρδιόσχημα, στιλπνά στην πάνω επιφάνεια, αδενώδη φύλλα και λευκά ή ελαφρώς ρόδινα άνθη. Οι καρποί του φυτού έχουν μεγάλο μέγεθος και σφαιρικό σχήμα, ο φλοιός τους είναι κιτρινοπορτοκαλί χρώματος και η σάρκα τους πορτοκαλί, συνεκτική, χυμώδης με γλυκιά γεύση. Η ανθοφορία ξεκινάει από τον Μάρτιο έως τον Απρίλιο και η καρποφορία από τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο.
Βρίσκεται αυτοφυής στην Ανατολική Ασία και τα Ιμαλάια, από όπου μεταφέρθηκε στην υπόλοιπη Ευρώπη μέσω της Αρμενίας, εξ’ ου και η επιστημονική της ονομασία Προυνούς Αρμενιάκα. Πρέπει να ήταν γνωστή στην Κίνα, γιατί υπάρχουν αναφορές σε βιβλία όπου κατά το 2200 π.Χ. είχε την ονομασία Σίνγκ.
Οι κυριότερες Ελληνικές ποικιλίες είναι: Πρώιμη Τίρυνθας (Μία Ελληνική πρώιμη ποικιλία που καλλιεργείται στην Κορινθία. Ο καρπός είναι μέτριου μεγέθους, ανθεκτικός στη μεταφορά). Διαμαντοπούλου (Μέσης παραγωγικότητας βερικοκιά, βγάζει όμως εξαιρετικής νοστιμιάς βερίκοκα. Καλλιεργείται και αυτή στην Κορινθία και σε άλλες περιοχές της Πελοποννήσου). Μπεμπέκου (με μεγάλους καρπούς, λίγο πιο άνοστους από του Διαμαντοπούλου. Οι περισσότερες βερικοκιές βρίσκονται στην Πελοπόννησο).
Η καλλιέργεια σε οργανωµένους οπωρώνες µείωσε το ενδιαφέρον για µελισσοκοµική εκµετάλλευση εξαιτίας της υπερβολικής και πολλές φορές άκαιρης χρήσης εντοµοκτόνων. Παρ όλα αυτά η βερικοκιά αποτελεί σπουδαίο µελισσοκοµικό φυτό γιατί προσφέρει γύρη και νέκταρ.
Η ποσότητα της γύρης είναι σηµαντική , καλύπτει τις ανάγκες των µελισσιών που την έχουν απόλυτη ανάγκη για την διατροφή του γόνου και τη δηµιουργία αποθεµάτων.
Τα αποτελέσµατα µέσα στην κυψέλη πιστοποιούν την άριστη ποιότητα της γύρης της βερικοκιάς που µε την ύπαρξη συµπαγών οπωρώνων µπορεί να συντηρήσει εκατοντάδες µελίσσια σε µια συγκεκριµένη περιοχή.
Αν στο πρώτο µισό της ανθοφορίας η γύρη έχει τον πρώτο λόγο, στο δεύτερο µισό το νέκταρ είναι πιο σηµαντικό. Η ποσότητα είναι αρκετά µεγάλη, σε σηµείο που πέραν από τις ανάγκες συντήρησης του σµήνους και διατροφής του γόνου δηµιουργούνται και αποθέµατα στα ‘στεφανώµατα’ δηλαδή πάνω και γύρω από τις περιοχές του πλαισίου που καταλαµβάνει ο γόνος.
Πηγές: wikipedia.org, Η μελισσοκομική χλωρίδα – Δ.Τσέλλιος.
