Σε δεινή θέση βρίσκεται η μελισσοκομία της χώρας, καθώς η παραγωγή μελιού φέτος αναμένεται λιγότερη από ποτέ, ενώ οι μελισσοκόμοι προειδοποιούν ότι βρίσκεται σε εξέλιξη ο αφανισμός τόσο του κλάδου όσο και του ζωικού κεφαλαίου.

Οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, το αυξημένο κόστος παραγωγής και τα «βαφτίσια» εισαγόμενων μελιών συγκροτούν ένα ασφυκτικά αρνητικό περιβάλλον για το μέλλον της μελισσοκομίας και τους παραγωγούς.
Η ξηρασία και οι πρώιμοι και σε μεγάλη ένταση καύσωνες δημιούργησαν προβλήματα στην παραγωγή από τον Έβρο έως και τη Γαύδο. Χαρακτηριστικό είναι ότι στην Κρήτη και τα νησιά το μέλι θα είναι λιγοστό ακόμα και σε ποσοστό που αγγίζει το 80% με το 90%, ενώ στις υπόλοιπες περιοχές της χώρας η μείωση φτάνει στο 60%.

«Φέτος είναι μια τραγική χρονιά. Είμαι από παιδί μελισσοκόμος και τέτοια χρονιά δεν θυμάμαι ποτέ», λέει στον ΟΤ, ο Κώστας Λεονταράκης, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδας (ΟΜΣΕ).

Οι καλοκαιρινές ποικιλίες, όπως το παλιούρι, το έλατο ή ακόμα και το θυμάρι έχουν σχεδόν χαθεί. «Στην Κρήτη, που είναι η μάνα του θυμαρίσιου μελιού δεν τρυγήσαμε καθόλου», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Λεονταράκης.

Ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδος Κώστας Λεονταράκης

Οι μέλισσες λιμοκτονούν

Το μέλι είναι ένα από τα αγροτικά προϊόντα, τα οποία έχουν πληγεί από την κλιματική αλλαγή. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνουν οι μελισσοκόμοι, οι μέλισσες καταρρέουν, καθώς δεν ολοκληρώνεται ο βιολογικός τους κύκλος. «Έχουμε φτάσει στο σημείο να υπάρχει λιμοκτονία των μελισσών, ενώ παρατηρείται και μεγάλη μείωση του ζωικού μας κεφαλαίου, το οποίο αυτή την στιγμή κινδυνεύει και αν συνεχιστεί έτσι η κατάσταση, τότε θα αποδεκατιστεί», υπογραμμίζει ο κ. Λεονταράκης.

«Οι τζίροι που γίνονται από τη νοθεία και τις ελληνοποιήσεις είναι τεράστιοι»

Σημειώνει δε, ότι η μελισσοκομία είναι ένας δυναμικός κλάδος της Ελλάδας, ο οποίος βρίσκεται εκτός ενισχύσεων, επιδοτήσεων από την ΚΑΠ, αποζημιώσεων από τον ΕΛΓΑ: «Κρατιόμαστε μόνοι μας από τον κόπο μας. Η πολιτεία οφείλει να αγκαλιάσει το επάγγελμά μας. Σαν Ομοσπονδία προσδοκούμε σε μια γενναία ενίσχυση από την πολιτεία γιατί αλλιώς δεν θα υπάρξει μελισσοκομία στην Ελλάδα. Κανένας μελισσοκόμος δεν μπορεί να αντέξει τα υψηλά κοστολόγια. Δεν μπορούσαμε να τα αντέξουμε σε φυσιολογικές συνθήκες πόσο μάλλον φέτος».

Η νοθεία και οι ελληνοποιήσεις στο μέλι βασιλεύουν

Τα βαφτισμένα εισαγόμενα μέλια ως ελληνικά έχουν κατακλύσει την αγορά. «Οι τζίροι που γίνονται από τη νοθεία και τις ελληνοποιήσεις είναι τεράστιοι. Το πιο τραγικό στην όλη κατάσταση δεν είναι ότι καταστρέφεται μόνο ο μελισσοκόμος, αλλά έχουν διοχετευθεί στην αγορά επικίνδυνα μέλια, τα οποία κυκλοφορούν με παραπλανητικές ετικέτες. Το καμπανάκι ηχεί καθημερινά για την υγεία των καταναλωτών. Όμως, για την καταπολέμηση αυτών των πρακτικών, εδώ και χρόνια η πολιτεία φαίνεται ότι αδιαφορεί, καθώς δεν έχει πάρει κανένα δραστικό μέτρο έτσι ώστε να προστατέψει τον Έλληνα παραγωγό και τους καταναλωτές», τονίζει στον ΟΤ ο κ. Λεονταράκης.

Ταυτόχρονα, όπως επισημαίνει, τα χαμηλής ποιότητας και φθηνά μέλια που εισάγονται από την Ουκρανία χωρίς δασμούς ή από την Κίνα με χαμηλές τιμές, «εμείς δεν μπορούμε να τα ανταγωνιστούμε. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να είναι τα μέλια μας υποτιμημένα, να μην πιάνουν την τιμή που πρέπει αλλά και αδιάθετα στις αποθήκες γιατί την θέση τους την έχουν πάρει αυτά τα επικίνδυνα μέλια».

Σημειώνει δε, ότι η πολιτεία πρέπει να πραγματοποιεί εντατικούς ελέγχους, να «κλείσει» τα νομοθετικά κενά που υπάρχουν και βάση αυτών δρουν οι επιτήδειοι, καθώς επίσης να προβλέπονται και υψηλά πρόστιμα για όσους παραβατούν.

Στη λίστα με τα θύματα της κλιματικής αλλαγής προστίθενται εκτός από το αγροτικό προϊόν και τους παραγωγούς, επιχειρήσεις και αγροτικοί συνεταιρισμοί

SOS για το μέλι «Σίθων»

Στη λίστα με τα θύματα της κλιματικής αλλαγής προστίθενται εκτός από το αγροτικό προϊόν και τους παραγωγούς, επιχειρήσεις και αγροτικοί συνεταιρισμοί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, αποτελεί ένας από τους λίγους και μεγάλους μελισσοκομικούς συνεταιρισμούς της χώρας, που ιδρύθηκε και λειτουργεί από το 1955, ο Αγροτικός Μελισσοκομικός Συνεταιρισμός Νικήτης Χαλκιδικής με το μέλι «Σίθων», ο οποίος τα τρία τελευταία χρόνια παλεύει να σταθεί όρθιος.

Οι μειωμένες παραγωγές, το βάρος από τον τραπεζικό δανεισμό, αλλά και οι αθρόες εισαγωγές, αποτελούν τους βασικούς λόγους που συνέβαλαν ώστε ο Συνεταιρισμός, , σύμφωνα με τον πρόεδρο του Μελισσοκομικού Συνεταιρισμού Αχιλλέα Παπαστεργίου να βρίσκεται στα πρόθυρα χρεωκοπίας.
«Εδώ και τρία χρόνια η παραγωγή είναι μειωμένη, με τους παραγωγούς να μην έχουν μέλι να παραδώσουν. Η μείωση ξεκίνησε από το 40%, πρόπερσι έφτασε στο 60%, πέρσι στο 70% και φέτος στο 80%», εξηγεί στον ΟΤ ο κ. Παπαστεργίου, τονίζοντας ότι χωρίς την απαιτούμενη συγκέντρωση μελιού, ο Συνεταιρισμός δεν μπόρεσε να ανταπεξέλθει στα έξοδα.

Ταυτόχρονα, το λιθαράκι στην καταστροφή μπήκε και από τις αλόγιστες εισαγωγές μελιού, ποσότητες που όπως λέει νοθεύονται, στη συνέχεια τα ονομάζουν ελληνικά και κυκλοφορούν στην αγορά φθηνότερα. «Έρχονται μέλια από την Ουκρανία με 0,80 ευρώ/κιλό και εμείς αγοράζουμε με 4 ευρώ/κιλό. Πώς μπορούμε να ανταπεξέλθουμε σε αυτό», επισημαίνει.

Αυτή η κατάσταση, όπως επισημαίνει στον ΟΤ ο πρόεδρος του Συνεταιρισμού, είχε και ως αποτέλεσμα να μένουν απλήρωτα δάνεια προς την τράπεζα, η οποία από πέρσι δέσμευσε τους λογαριασμούς POS. Μέχρι το τέλος του προηγούμενο χρόνου, το 2023, οι οφειλές από τα δάνεια στην τράπεζα έφταναν τα 2,1 εκατ. ευρώ και 1 εκατ. ευρώ προς το Δημόσιο, ασφαλιστικά ταμεία, προμηθευτές και τρίτους.

Σήμερα, ο Συνεταιρισμός, υπολειτουργεί και προκειμένου να σωθεί βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις τόσο με την τράπεζα όσο και με τον επιχειρηματία, που θέλει να επενδύσει. «Βρισκόμαστε στο τραπέζι των συζητήσεων και μέχρι το τέλος του Αυγούστου αναμένονται οι τελικές αποφάσεις», επισημαίνει ο κ. Παπαστεργίου.

«Είμαστε ένας από τους ελάχιστους συνεταιρισμούς στο χώρο της μελισσοκομίας με μπράντα το μέλι Σίθων. Αυτό που ζητάμε είναι μια αναδιάρθρωση του χρέους. Αν ο Συνεταιρισμός κλείσει, τελειώνει και η μελισσοκομία. Και αυτό όχι γιατί κάνουμε μεγάλη παραγωγή αλλά γιατί είμαστε το αντίβαρο ώστε με τις παρεμβάσεις μας να μπορούμε να διασφαλίζουμε την τιμή του παραγωγού», σημείωσε.

Πηγή