Οι δύο πρώτοι μήνες του χρόνου θεωρούνται κρίσιμοι για την επιβίωση του μελισσοσμήνους. Το χειμώνα η ωοτοκία στα περισσότερα μελίσσια διακόπτεται (στην κεντρική και βόρεια Ελλάδα), ενώ σε άλλα (νοτιότερες περιοχές) είναι ελάχιστη, με αποτέλεσμα να μειωθεί ο πληθυσμός αρκετά. Το μελίσσι αυτή την εποχή αποτελείται από τις φθινοπωρινές μέλισσες, που όπως είναι γνωστό ζούνε περισσότερο, γιατί «κουράζονται» λιγότερο από τις μέλισσες που γεννιούνται την άνοιξη.
Προς το τέλος του χειμώνα (Ιανουάριος-Φεβρουάριος) με αρχές της άνοιξης ξαναρχίζει η ωoτοκία και έτσι γεννιούνται νέες μέλισσες, οι συνθήκες όμως για τα μελίσσι παραμένουν αντίξοες. Ο ρυθμός με τον οποίο ανανεώνεται ο πληθυσμός είναι ακόμη αργός και δεν αντισταθμίζει την απώλεια των γερασμένων πλέον φθινοπωρινών μελισσών, με αποτέλεσμα να παρατηρείται ακόμη μεγαλύτερη μείωση του πληθυσμού. Είναι κάτι το φυσιολογικό και αναμενόμενο και δεν θα πρέπει ο μελισσοκόμος να πανικοβληθεί ή να θεωρήσει ότι κάτι ανεξήγητο συμβαίνει στα μελίσσια του (κινδυνολογίες), αλλά έχοντας γνώση της κατάστασης να έχει τεταμένη την προσοχή του, ώστε να τη διαχειριστεί ορθά.
Την εποχή αυτή οι τροφές καταναλώνονται γρήγορα λόγω της παρουσίας γόνου, η συλλογή νέκταρος είναι μικρή και οι παγωνιές το βράδυ συχνές. Οι αντίξοες αυτές συνθήκες συμβάλουν στο να χαθούν πολλά μελίσσια και αναφέρεται ως «κρίσιμο στάδιο».
Στο στάδιο αυτό μεγάλη σημασία έχει οι επιθεωρήσεις του μελισσοκόμου να είναι περιορισμένες και χωρίς να αφαιρούνται τα πλαίσια από την κυψέλη, ώστε να μη διαταράσσεται η μελισσόσφαιρα. [Θυμίζω στο σημείο αυτό -για τους νεότερους μελισσοκόμους κυρίως- ότι το χειμώνα οι μέλισσες «συναθροίζονται» στο κέντρο της κυψέλης και με συνεχείς συσπάσεις των θωρακικών τους μυών παράγουν θερμότητα.] Οι επισκέψεις στο μελισσοκομείο πρέπει να περιορίζονται σε επισκέψεις όπου θα διαπιστωθεί η επάρκεια των τροφών και εάν π.χ. έχουν αναποδογυρίσει οι κυψέλες από τον αέρα ή αν η βροχή ή το χιόνι έχει δημιουργήσει προβλήματα κλπ.
Έχουμε φροντίσει το μελίσσι μας να ξεχειμωνιάσει έχοντας στη διάθεσή του επαρκείς ποσότητες τροφής (πλαίσια με μέλι). Αν ωστόσο κινδυνεύσει από λιμοκτονία το χειμώνα, θα πρέπει να τροφοδοτηθεί με επιπλέον μέλι. Το μέλι δίνεται είτε με α) κηρήθρες με σφραγισμένο μέλι (τα σφραγισμένα κελιά απολεπίζονται πριν δοθούν τα πλαίσια στο μελίσσι) είτε με β) κρυσταλλωμένο μέλι (τοποθετείται ανάποδα πάνω ακριβώς από τη μελισσόσφαιρα σε τροφοδότες –θα μπορούσαμε να βάλουμε το μέλι σε μεταλλικό δοχείο, να κάνουμε κάποιες μικρές οπές στο κάτω μέρος, να το τοποθετήσουμε πάνω από τους κηρηθροφορείς και να το προστατεύσουμε τοποθετώντας το εντός ενός δεύτερου μικρότερου ορόφου). Δεν πρέπει να ξεχάσουμε ότι οι μέλισσες για να διαλύσουν τους κρυστάλλους μελιού χρειάζεται να έχουν στη διάθεσή τους νερό.
Το μέλι είναι η φυσική ιδιοπαραγόμενη τροφή της μέλισσας, γι’ αυτό και πλεονεκτεί σε σχέση με τις άλλες ζαχαρούχες τροφές. Αν και η τροφοδότηση με μέλι μπορεί να θεωρηθεί ως αντιοικονομικό μέτρο, ωστόσο είναι η καλύτερη λύση σε καταστάσεις «έκτακτης ανάγκης». Βέβαια, είναι αυτονόητο ότι τα μέλια τροφοδοσίας πρέπει να είναι γνωστής προέλευσης, δηλαδή δικά μας μέλια από υγιή μελίσσια, για να μη μεταδώσουμε ασθένειες στο μελισσοκομείο μας. Το κρυσταλλωμένο μέλι είναι πιθανό να προκαλέσει δυσεντερίες.
Το χειμώνα δεν τροφοδοτούμε με σιρόπι, γιατί αυξάνουμε την υγρασία στην κυψέλη και ευνοούμε την ανάπτυξη ασθενειών. Επιπλέον, το σιρόπι μπορεί να ξινίσει και να προκαλέσει δυσεντερίες. Σοβαρό πρόβλημα μπορεί να δημιουργηθεί και γιατί το σιρόπι λειτουργεί διεγερτικά ως προς την ανάπτυξη του μελισσιού. Οι μέλισσες «ξεγελιούνται», ιδιαίτερα σε μέρες που η θερμοκρασία αυξάνεται λίγο, π.χ. αλκυονίδες ημέρες, βγαίνουν προς συλλογή νέκταρος, αλλά τελικά δεν καταφέρνουν να επιστρέψουν στην κυψέλη.
Επίσης, την εποχή αυτή, αλλά όχι πριν ξεπεραστούν τα κρύα και οι παγωνιές, κατάλληλη είναι και η τροφοδότηση με ζαχαροζύμαρο. Το ζαχαροζύμαρο δεν πρέπει να δίνεται πριν ξεπεραστούν τα κρύα και οι παγωνιές, γιατί προκαλεί διέγερση για εκτροφή γόνου, με αποτέλεσμα ο γόνος στα ακριανά πλαίσια να μην καλύπτεται από τη μελισσόσφαιρα, να παγώσει ή να εμφανίσει ασκοσφαίρωση.
Τώρα μόνο είναι η κατάλληλη εποχή για αντιμετώπιση ασθενειών, γιατί δεν ρυπαίνουμε το μέλι με κατάλοιπα σκευασμάτων. Ιδιαίτερα για τη βαρρόα, στις περιοχές που δεν υπάρχει γόνος κάθε αντιμετώπιση με εγκεκριμένο σκεύασμα είναι πιο αποτελεσματική, αν ακολουθηθούν όλες οι υπόλοιπες οδηγίες χρήσης του φαρμάκου. Θυμίζουμε ότι μέρος της ζωής της η βαρρόα την περνάει μέσα στα σφραγισμένα κελιά του γόνου και άρα εκεί δεν μπορεί να τη «βρει» και να την εξοντώσει κανένα φάρμακο. Έτσι, λοιπόν δεν έχει κανένα νόημα να προσπαθούμε να απαλλαγούμε από τη βαρρόα όταν το μελίσσι έχει γόνο και άρα κρυμμένα μέσα στα σφραγισμένα κελιά πολλά ακάρεα, που το οποιοδήποτε φάρμακα δεν θα επηρεάσει. Βέβαια, ούτε λόγος για «προληπτικές» επεμβάσεις.
Αναφορικά με τις ασθένειες, ο μελισσοκόμος πρέπει να έχει κατά νου ότι ο εγκλεισμός των μελισσών στην κυψέλη λόγω καιρικών συνθηκών ευνοεί την αύξηση της υγρασίας στην κυψέλη. Επιπλέον, αν ενοχληθεί το μελίσσι ή αν τροφοδοτηθεί σε λάθος χρονική στιγμή, αυτό οδηγεί στο να αυξηθεί η μεταβολική του δραστηριότητα, να αυξηθούν τα περιττώματα στην κυψέλη και τελικά να ευνοηθεί η νοζεμίαση.
Είναι καιρός να αρχίζει ο μελισσοκόμος να οργανώνει το σχέδιο διαχείρισης της μελισσοκομικής τους εκμετάλλευσης για τη χρονιά που έρχεται. Το πρόγραμμα αυτό εξαρτάται τόσο από τη μελισσοκομική παράδοση της περιοχής, όσο και από τη ζήτηση της αγοράς, το διαθέσιμο κεφάλαιο του μελισσοκόμου τόσο σε χρόνο όσο και σε χρήμα, αλλά και τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν και συνεπώς και τις διαθέσιμες ανθοφορίες. Είναι ιδιαίτερα χρήσιμο τόσο το σχέδιο διαχείρισης όσο και οι εργασίες του μελισσοκόμου να καταγράφονται σε ένα αρχείο, ένα είδος ημερολόγιου του μελισσοκόμου.
Την τακτική αυτή ήδη πρέπει να εφαρμόζουν οι μελισσοκόμοι που είναι ενταγμένοι σε πρόγραμμα βιολογικής μελισσοκομίας, και είναι χρήσιμο για να αντιλαμβάνεται ο μελισσοκόμος το πώς οι εργασίες του, οι τροφοδοσίες του, οι μεταφορές του, οι επεμβάσεις του ωφελούν ή καταπονούν τα μελίσσια του. Είναι ένας τρόπος ο μελισσοκόμος να μαθαίνει από τα λάθη του και να μπορεί να παρακολουθήσει την πορεία της εκμετάλλευσής του σε βάθος χρόνου.
Στα πλαίσια του σχεδίου διαχείρισης της μελισσοκομικής εκμετάλλευσης θα πρέπει να σχεδιαστούν και οι πρώτες μεταφορές του χρόνου στις διαθέσιμες ανθοφορίες.
Ανθοφορίες- μελιτοφορίες: αμυγδαλιά, μουσμουλιά, δενδρολίβανο, ρείκι, οξαλίδα (ξινήθρα), φουντουκιά,
Αμυγδαλιά: από τα τέλη Ιανουαρίου ξεκινά η ανθοφορία των πρώιμων ποικιλιών της αμυγδαλιάς, που με τη γύρη της θα δώσει το πρώτο ερέθισμα στις μέλισσες για εκτροφή γόνου και με το νέκταρ της θα βοηθήσει στην ανάπτυξη του μελισσιού. Συνήθως, δεν αποθηκεύεται μέλι αμυγδαλιάς, αφού η τροφή που συλλέγεται από το μελίσσι αυτή την εποχή χρησιμοποιείται για την ανάπτυξη. Το περίσσευμα σε μέλι θα έρθει αργότερα. Δεν πρέπει να ξεχνά ο μελισσοκόμος ότι κατά το διάστημα αυτό ξεκινούν και οι ψεκασμοί των αμυγδαλεώνων με ποικίλα φυτοπροστατευτικά σκευάσματα και έτσι πρέπει τα μελίσσια να μετακινηθούν έγκαιρα μετά την εκμετάλλευση της ανθοφορίας, ώστε να αποφευχθεί η δηλητηρίαση των μελισσών αλλά κυρίως η ρύπανση των προϊόντων της μέλισσας.
Μουσμουλιά: ανθίζει το χειμώνα.
Φουντουκιά: δίνει άφθονη γύρη.
Ανοιξιάτικο ρείκι: η ανθοφορία ξεκινά νωρίς το Φεβρουάριο. Αν τα μελίσσια μείνουν περιορισμένα, λόγω καιρού, όταν βρίσκονται στο ρείκι, μπορεί να παρουσιάσουν δυσεντερίες.
Δενδρολίβανο: η άνθιση επεκτείνεται από Σεπτέμβριο ως μέσα Μαΐου. Δίνει μεγάλη ποσότητα και καλής ποιότητας μέλι. Οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες δεν επηρεάζουν την ανθοφορία του. Πρέπει να διαδοθεί σε περιοχές όπου ξεχειμωνιάζουν μελίσσια και να χρησιμοποιηθεί στις φυτοκαλύψεις δημόσιων εκτάσεων, αφού είναι και εξαιρετικά ανθεκτικό ως φυτό.
Οξαλίδα (ξυνάκι, ξυνήθρα): οι μέλισσες το προτιμούν κυρίως πρωινές ώρες. Η ανθοφορία ξεκινά από τα μέσα του χειμώνα και βοηθά στη γρήγορη ανάπτυξη των μελισσιών, λόγω της άφθονης γύρης που δίνει.
Για να δείτε περισσότερους μελισσοκομικούς χειρισμούς πατήστε εδώ
Πηγή άρθρου: Κοντοθανάση Αγλαΐα, Γεωπόνος Α.Π.Θ, Msc / infoagro